FORGOT YOUR DETAILS?

Το ρινικο διαφραγμα

Το ρινικό διάφραγμα

 Το χώρισμα της μύτης σε δύο κοιλότητες ονομάζεται ρινικό διάφραγμα. Ο σκοπός του είναι να στηρίζει την εξωτερική μύτη και να διαχωρίζει την αναπνοή σε κάθε πλευρά.

Αρκετοί από εμάς έχουμε αντιληφθεί ότι η αναπνοή μεταβάλλεται από πλευρά σε πλευρά. Δηλαδή το ρουθούνι από το οποίο αναπνέουμε καλύτερα αλλάζει στη διάρκεια της ημέρας. Το φυσιολογικό αυτό φαινόμενο οφείλεται στην περιοδική διόγκωση και ελάττωση των ρινικών κογχών (ρινικός κύκλος). Η λειτουργία αυτή δεν θα ήταν δυνατή χωρίς την παρουσία του ρινικού διαφράγματος

Το στραβό διάφραγμα (σκολίωση)

Το στραβό διάφραγμα οφείλεται συνήθως σε τραυματισμό κατά τη γέννηση ή κατά τη διάρκεια της μετέπειτα ζωής μας. Μπορεί να μην θυμόμαστε το τραυματικό γεγονός. Η αντίθετη προς τη σκολίωση κάτω ρινική κόγχη διογκώνεται. Το στραβό διάφραγμα μαζί με την υπερτροφική κόγχη της άλλης πλευράς, προκαλεί τη δυσκολία στην ρινική αναπνοή.

Η θεραπεία του προβλήματος είναι χειρουργική. Η επέμβαση γίνεται συνήθως με τομές που δεν φαίνονται εξωτερικά. Τα στραβά τμήματα του διαφράγματος αφαιρούνται και σε ορισμένες περιπτώσεις αντικαθίστανται με ίσια κομμάτια (μοσχεύματα), προκειμένου να μην χαθεί η στήριξη της μύτης. Για αυτό τον λόγο η επέμβαση ονομάζεται πλαστική του ρινικού διαφράγματος, δηλαδή, ανακατασκευή των τμημάτων του στραβού διαφράγματος.

Γιατί ορισμένοι ασθενείς αντιλαμβάνονται μερική βελτίωση ύστερα από το χειρουργείο;

Η ικανοποίηση των ασθενών ύστερα από την επέμβαση είναι μεγάλη εφόσον έχει προηγηθεί η σωστή επιλογή αυτών που την χρειάζονται. Το στραβό διάφραγμα είναι πολύ συχνό. Οκτώ στους δέκα από εμάς έχουμε στραβό διάφραγμα. Οι περισσότεροι όμως αναπνέουμε χωρίς πρόβλημα. Τι συμβαίνει λοιπόν;

Το στραβό διάφραγμα συμβάλλει στη δυσκολία αναπνοής αλλά μπορεί να μην είναι ο μόνος υπεύθυνος παράγοντας. Για παράδειγμα, το πρόβλημα μπορεί να εντοπίζεται στην στενή περιοχή της εισόδου της μύτης που ονομάζεται ρινική βαλβίδα. Στη διάρκεια ενός λεπτού, αναπνέουμε μερικά λίτρα αέρα. Όλος αυτός ο όγκος περνάει από τη ρινική βαλβίδα που έχει επιφάνεια λίγων τετραγωνικών χιλιοστών. Η εντόπιση του προβλήματος στην περιοχή αυτή απαιτεί διαφορετική προσέγγιση από μία απλή διόρθωση του διαφράγματος π.χ. ενίσχυση των πλαγίων τοιχωμάτων της μύτης με χόνδρο.

Μερικές φορές το πρόβλημα μπορεί να μην είναι κατασκευαστικό αλλά να οφείλεται στο πως αντιλαμβανόμαστε τον εισπνεόμενο αέρα από τη μύτη.

Η αίσθηση που δημιουργείται κατά την αναπνοή, οφείλεται στον όγκο του αέρα που εισέρχεται αλλά και στον τρόπο που αλληλεπιδρά ο αέρας με τον βλεννογόνο, δηλαδή το “ύφασμα” που καλύπτει τη μύτη εσωτερικά.

Για παράδειγμα, σε ασθενείς μετά από αφαίρεση της κάτω ρινικής κόγχης (παλιά μέθοδος βελτίωσης της ρινικής αναπνοής), ο χώρος στο εσωτερικό της μύτης αυξάνεται.  Παρόλα αυτά, οι ασθενείς δεν αντιλαμβάνονται τον εισερχόμενο αέρα και συνεχίζουν να παραπονιούνται για δυσκολία στην αναπνοή (σύνδρομο κενής μύτης).

Πολύ συχνά η αλλεργική ρινίτιδα και η χρόνια ρινοκολπίτιδα προκαλούν φλεγμονή στον ρινικό βλεννογόνο και  εκδηλώνονται με συμφόρηση. Η βελτίωση της ρινικής αναπνοής δεν θα προκύψει από τη διόρθωση του διαφράγματος αλλά από την αντιμετώπιση της φλεγμονής.

Σημαντικός παράγοντας αποτυχίας του χειρουργείου είναι και η τεχνική της διόρθωσης του ρινικού διαφράγματος. Για παράδειγμα, αν αφαιρεθούν τμήματα του στραβού διαφράγματος χωρίς να αντικατασταθούν, η μύτη μπορεί να “κάτσει”, να καθιζάνει μετά από μήνες ή και χρόνια. Το αίσθημα της βουλωμένης μύτης θα εξακολουθεί να ταλαιπωρεί τον ασθενή.

Η καλύτερη εγγύηση για ένα επιτυχημένο χειρουργικό αποτέλεσμα είναι η σωστή επιλογή του ασθενούς που χρειάζεται την επέμβαση

Η άποψή μου

Η διαχείριση της ρινικής αναπνοής δηλαδή η διάγνωση και η αντιμετώπισή της είναι περίπλοκη. Η λήψη ιστορικού και η κλινική εξέταση πρέπει να είναι λεπτομερειακή. Δυστυχώς δεν υπάρχει μία αξιόπιστη εργαστηριακή μέθοδος, που να μάς βοηθά να επιλέξουμε τον κατάλληλο ασθενή για το χειρουργείο. Συνεπώς όταν ο ασθενής έρχεται με την προσδοκία “θέλω να διορθώσω το διάφραγμά μου”, η προσέγγισή μου είναι ολιστική. Αφορά στη διερεύνηση κάθε παράγοντα που μπορεί να συμβάλλει στην εμφάνιση του υποκειμενικού αισθήματος.

Χρήσιμο υλικό

 

Η ανατομία του δεξιού πλάγιου ρινικού τοιχώματος όπως φαίνεται εάν αφαιρεθεί το διάφραγμα. Κυριαρχούν τρεις δομές που προβάλλουν από το τοίχωμα: οι ρινικές κόγχες. Ο αέρας που εισέρχεται με κάθε αναπνοή (πράσινα βέλη) έρχεται σε επαφή με τις κόγχες ώστε να καθαριστεί, να θερμανθεί και να εφυγρανθεί προτού φτάσει στους πνεύμονες.

Το στραβό διάφραγμα μπορεί να έχει πολλές διαμορφώσεις που η κάθε μία αντιμετωπίζεται με διαφορετικό τρόπο χειρουργικά.

 

Δεξιά πλευρά της μύτης με το ενδοσκόπιο. Ο αέρας που αναπνέουμε περνάει μεταξύ του διαφράγματος και της κάτω ρινικής κόγχης. Το ρινικό διάφραγμα είναι ευθύ και δεν προκαλεί απόφραξη.

Δεξιά πλευρά της μύτης με το ενδοσκόπιο. Παρατηρείστε ότι το διάφραγμα είναι στραβό προς τα αριστερά αλλά ο ασθενής δεν αναφέρει δυσκολία στην ρινική αναπνοή.

Η ρινοκολπίτιδα είναι επίσης αιτία δύσκολης ρινικής αναπνοής και συμφόρησης που πρέπει να διαγιγνώσκεται και η οποία μπορεί να συνυπάρχει με το στραβό διάφραγμα. Παρατηρήστε το πύο που εξέρχεται από τον μέσο ρινικό πόρο (μεταξύ του τοιχώματος του ιγμορείου και της μέσης ρινικής κόγχης)

Διόρθωση και ενίσχυση της ρινικής βαλβίδας με μοσχεύματα από το διάφραγμα.

 

Photo Gallery

Συχνές ερωτήσεις - απαντήσεις για την επέμβαση στο διάφραγμα

Η επέμβαση γίνεται μέσα από τη μύτη. Η τομή είναι εσωτερική. Τμήματα του στραβού διαφράγματος αφαιρούνται, σταθεροποιείται το υπόλοιπο διάφραγμα με ράμματα και στη συνέχεια κλείνει η τομή. Μπορεί να τοποθετηθούν φύλλα σιλικόνης για να σταθεροποιήσουν το διάφραγμα τις πρώτες μέρες μετά το χειρουργείο.

Πωματισμός στη μύτη σημαίνει την τοποθέτηση σπόγγων ώστε να ελαττωθεί η πιθανότητα αιμορραγίας μετά το χειρουργείο. Στις περισσότερες περιπτώσεις δεν είναι απαραίτητο να ταμποναριστεί η μύτη διότι η πιθανότητα σοβαρής αιμορραγίας είναι μικρή. Η τοποθέτηση του πωματισμού είναι επώδυνη γι' αυτό αποφεύγεται. Εάν κριθεί απαραίτητο να τοποθετηθούν τα ταμπόν, αυτά συνήθως αφαιρούνται μετά από 1-2 ημέρες.

Όταν διορθώνεται ένα αρκετά στραβό διάφραγμα, ήδη από τις πρώτες ημέρες ο ασθενής θα καταλάβει τη διαφορά. Σε αρκετές περιπτώσεις, η βελτίωση γίνεται σταδιακά αισθητή. Η τομή, τα φύλλα σιλικόνης και οι πωματισμοί που τοποθετούνται μετά το χειρουργείο προκαλούν μία παροδική δυσλειτουργία  του βλεννογόνου της μύτης. Η αποκατάσταση του βλεννογόνου  χρειάζεται έως και 6 εβδομάδες οπότε τότε αναμένεται η μέγιστη βελτίωση στην αναπνοή.

Οι πιθανότητες για ένα τέτοιο ενδεχόμενο είναι μικρές όταν η επέμβαση είναι άρτια τεχνικά. Παρόλα αυτά, σε μεγάλου βαθμού σκολιώσεις ή ύστερα από κτύπημα στη μύτη μπορεί να παρατηρηθεί μία μικρή κυρτότητα του διαφράγματος. Σπάνια χρειάζεται διορθωτική επέμβαση.

Όταν η μύτη είναι στραβή προς την πλευρά που είναι στραβό το διάφραγμα, η διόρθωσή του μπορεί να βελτιώσει την εξωτερική εμφάνιση. Εάν αφαιρεθεί τμήμα του διαφράγματος στη ράχη της μύτης χωρίς να υπάρξει πρόνοια αποκατάστασής του, μπορεί μετά από χρόνια να εμφανιστεί καθίζηση της ράχης (βαθούλωμα). Για να αποφευχθεί ένα τέτοιο ενδεχόμενο μπορεί να χρειαστεί μία επέμβαση πιο χρονοβόρα και περίπλοκη που ονομάζεται ανοικτή λειτουργική ρινοπλαστική.

Εάν το διάφραγμα είναι αρκετά στραβό και δεν επιτρέπει την αναπνοή με κλειστό το στόμα μπορεί να αναμένεται κάποια βελτίωση στο ροχαλητό. Δυστυχώς όμως τόσο το ροχαλητό όσο και η υπνική άπνοια οφείλονται σε πολλούς άλλους παράγοντες εκτός του στραβού διαφράγματος. Δεν θα πρέπει να καλλιεργούνται υπερβολικές προσδοκίες ως προς το βαθμό βελτίωσης του ροχαλητού μετά από επέμβαση στο διάφραγμα. Σπάνια έχουν αναφερθεί και περιπτώσεις επιδείνωσης του ροχαλητού μετά από επιτυχημένη επέμβαση.

Συνήθως χρειάζονται πλύσεις με φυσιολογικό ορό ώστε να μαλακώνουν οι κρούστες και να αφαιρούνται ευκολότερα. Αυτό θα βελτιώσει και την αναπνοή. Απλά παυσίπονα, αντιβιοτικά από το στόμα και μία αντιβιοτική αλοιφή στην τομή θα χορηγηθούν για μία εβδομάδα.

Τα φύλλα σιλικόνης αφαιρούνται σε μία εβδομάδα μετά το χειρουργείο. Τα ράμματα είναι απορροφήσιμα και θα φύγουν εντελώς μετά από μερικές εβδομάδες. Εάν προκαλούν ενόχληση, μπορεί ο γιατρός να τα βγάλει σε μία από τις μετεγχειρητικές επισκέψεις.

Κάθε έντονη φυσική δραστηριότητα οδηγεί σε παροδική αύξηση της αρτηριακής και της φλεβικής πίεσης που μπορεί να οδηγήσει σε μετεγχειρητική αιμορραγία. Συστήνεται η επιστροφή σε μέτριας έντασης αθλητική δραστηριότητα μετά τις 2 πρώτες εβδομάδες.

Μετά τις πρώτες 7-10 ημέρες μπορεί ο ασθενής να επιστρέψει στην εργασία του εφόσον αυτή δεν περιλαμβάνει έντονη φυσική δραστηριότητα.

Ακολουθήστε τον @fyrmpas-orl στο Instagram​

TOP